Γράφαμε πρόσφατα για τις ουρές που δημιουργήθηκαν στην τελευταία μεγάλη έκθεση του Γιάννη Κουνέλλη στη Νέα Υόρκη στην αίθουσα τέχνης Cheim & Read και τους διθυράμβους του ξένου τύπου, με τον New Yorker να μιλά για την μεγάλη επιστροφή του μαέστρου της Arte – Povera. Ο σπουδαίος εικαστικός θα στρέψει τώρα τα παγκόσμια φώτα των μέσων ενημέρωσης και των εραστών της τέχνης στην Αθήνα και δη στον Εθνικό Κήπο.
Οπως ο ίδιος δήλωσε και επισήμως στο Βήμα και στη Μαριλένα Αστραπέλλου, φιλοτεχνεί ένα νέο έργο τέχνης που θα τοποθετηθεί στον Εθνικό Κήπο, στο πλαίσιο της αστικά οραματικής δράσης που πραγματοποιεί ο Οργανισμός ΝΕΟΝ με τίτλο «Ανακαλύπτωντας την Αθήνα». Δήλωσε χαρακτηριστικά ο κορυφαίος εικαστικός, ο Πειραιώτης που από τα 18 του βρέθηκε στην Ιταλία και από «εποίκησε» όλον τον κόσμο με τις δημιουργίες του «Είναι ωραίος ο Κήπος. Τον γνώρισα όταν ήμουν μικρό παιδί. Σε αυτόν τον Κήπο δεν μπορώ να μην καταθέσω τη δική του ιδέα για τον πολιτισμό». Στην έκθεση που διοργανώνει ο ΝΕΟΝ μέσα στον Εθνικό Κήπο σε επιμέλεια της διευθύντριας του White Chappel Gallery του Λονδίνου, Iβόνα Μπλάζγουικ θα συμμετέχουν 20 καλλιτέχνες, πέντε εκ των οποίων θα είναι Ελληνες.
Η πρόκληση της ανάδειξης του πλούτου του Εθνικού Κήπου, της επιστροφής των πολιτών σε αυτόν, είναι μεγάλη και η τέχνη μπορεί να αποτελέσει όχημα για τη νέα συνάντηση. Κάποια έργα θα είναι καινούρια – όπως αυτό του Γιάννη Κουνέλλη- άλλα έχουν ήδη εκτεθεί τα τελευταία χρόνια σε δημόσιους χώρους ανά τον κόσμο. Η αναμονή είναι μεγάλη και προς το παρόν, μέχρι να γίνουν ανακοινώσεις των υπόλοιπων καλλιτεχνών το ενδιαφέρον εστιάζεται στον Γιάννη Κουνέλλη, για την τελευταία έκθεση του οποίου o New Yorker έγραφε πριν από ακριβώς ένα χρόνο: «...υπάρχει ένας νωχελικός αντι-Κoons και αντι-Ηirst αέρας στην έκθεση «σαν να μπήκε στην παιδική χαρά ένας ενήλικας για να υπενθυμίσει στα παιδιά τι έχουν κάνει στην πραγματικότητα... »
Ποιος είναι ο μεγαλειώδης Γιάννης Κουνέλλης
Γεννήθηκε στον Πειραιά και μεγάλωσε στα στενά του Προφήτη Ηλία. Απορρίφθηκε από την Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα και έτσι το 1956 εγκαταστάθηκε στη Ρώμη που σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών (εκεί βρίσκεται και η μόνιμη κατοικία του ως σήμερα). Από τις αρχές του 1960 έκανε δυναμική εμφάνιση στο χώρο της σύγχρονης τέχνης και κατεγράφη ως ο πατριάρχης της Arte Povera χρησιμοποιώντας υλικά όπως σίδερο, κάρβουνο, φωτιά, ξύλο, πέτρα κ.ά. αναδεικνύοντας μέσα από τις επίτοιχες κατασκευές και εγκαταστάσεις του την πρωτογενή ποιητική φύση των πραγμάτων και το πολιτικό-πολιτισμικό τους βάθος.
Aφησε οριστικά την Ελλάδα πίσω, όχι μόνο εξαιτίας των δυσκολιών εργασίας αλλά και εξαιτίας όσων τραυματικών εμπειριών έζησε. Μιλώντας στην Athens Voice πέρυσι το καλοκαίρι λίγο πριν από την έκθεσή του στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης έλεγε :«Γεννήθηκα εδώ. Είμαι και Ιταλός... Αγαπώ και τη Γερμανία και την Αγγλία και τη Γαλλία. Σε αυτή την Ευρώπη έζησα τα τελευταία 50 χρόνια. Η Ελλάδα έχει κάτι το ξεχωριστό: εδώ γεννήθηκα, έμαθα τη γλώσσα, είδα όταν ήμουν μικρός τον Παρθενώνα και τον θαύμασα. Είδα κι άλλα πράγματα. Δύσκολο να ξεχάσω τον Εμφύλιο Πόλεμο. Είναι ένα μεγάλο τραύμα. Είναι και παρακμή. Τρομακτικός.... Δεν ξέρουμε αν έχει περάσει αυτή η περιόδος. Δεν ξέρουμε καν αν πέρασε η μεταπολεμική εποχή. Ζούμε μια καταστροφή ευρωπαϊκή. Είναι μια στιγμή κριτική αυτή που ζει η Ευρώπη. Εχει τα μέσα να την ξεπεράσει, αυτό νομίζω εγώ. Εχει τον πολιτισμό».
Από την πρώτη έκθεση στη Ρώμη το 1960 μέχρι σήμερα, η "πλεύση" του Κουνέλλη είναι συνεχής, επισκέπτεται με μια αδιάκοπη διαδοχή τα μικρά αγκυροβόλια και τα μεγάλα "λιμάνια" της τέχνης των πιο σημαντικών πόλεων στην Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο: από τη Ρώμη στο Βερολίνο, από τη Νάπολη στο Παρίσι, από τη Γένοβα στο Ρότερνταμ, από την Κολωνία στη Νέα Υόρκη, από το Μόναχο στο Λονδίνο, από το Σικάγο στη Ναγκόγια, από το Μόντρεαλ στη Βαρκελώνη, από το Λος Άντζελες στην Πράγα, από τη Μόσχα στην Αθήνα.
Οπως ο ίδιος δήλωσε και επισήμως στο Βήμα και στη Μαριλένα Αστραπέλλου, φιλοτεχνεί ένα νέο έργο τέχνης που θα τοποθετηθεί στον Εθνικό Κήπο, στο πλαίσιο της αστικά οραματικής δράσης που πραγματοποιεί ο Οργανισμός ΝΕΟΝ με τίτλο «Ανακαλύπτωντας την Αθήνα». Δήλωσε χαρακτηριστικά ο κορυφαίος εικαστικός, ο Πειραιώτης που από τα 18 του βρέθηκε στην Ιταλία και από «εποίκησε» όλον τον κόσμο με τις δημιουργίες του «Είναι ωραίος ο Κήπος. Τον γνώρισα όταν ήμουν μικρό παιδί. Σε αυτόν τον Κήπο δεν μπορώ να μην καταθέσω τη δική του ιδέα για τον πολιτισμό». Στην έκθεση που διοργανώνει ο ΝΕΟΝ μέσα στον Εθνικό Κήπο σε επιμέλεια της διευθύντριας του White Chappel Gallery του Λονδίνου, Iβόνα Μπλάζγουικ θα συμμετέχουν 20 καλλιτέχνες, πέντε εκ των οποίων θα είναι Ελληνες.
Η πρόκληση της ανάδειξης του πλούτου του Εθνικού Κήπου, της επιστροφής των πολιτών σε αυτόν, είναι μεγάλη και η τέχνη μπορεί να αποτελέσει όχημα για τη νέα συνάντηση. Κάποια έργα θα είναι καινούρια – όπως αυτό του Γιάννη Κουνέλλη- άλλα έχουν ήδη εκτεθεί τα τελευταία χρόνια σε δημόσιους χώρους ανά τον κόσμο. Η αναμονή είναι μεγάλη και προς το παρόν, μέχρι να γίνουν ανακοινώσεις των υπόλοιπων καλλιτεχνών το ενδιαφέρον εστιάζεται στον Γιάννη Κουνέλλη, για την τελευταία έκθεση του οποίου o New Yorker έγραφε πριν από ακριβώς ένα χρόνο: «...υπάρχει ένας νωχελικός αντι-Κoons και αντι-Ηirst αέρας στην έκθεση «σαν να μπήκε στην παιδική χαρά ένας ενήλικας για να υπενθυμίσει στα παιδιά τι έχουν κάνει στην πραγματικότητα... »
Ποιος είναι ο μεγαλειώδης Γιάννης Κουνέλλης
Γεννήθηκε στον Πειραιά και μεγάλωσε στα στενά του Προφήτη Ηλία. Απορρίφθηκε από την Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα και έτσι το 1956 εγκαταστάθηκε στη Ρώμη που σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών (εκεί βρίσκεται και η μόνιμη κατοικία του ως σήμερα). Από τις αρχές του 1960 έκανε δυναμική εμφάνιση στο χώρο της σύγχρονης τέχνης και κατεγράφη ως ο πατριάρχης της Arte Povera χρησιμοποιώντας υλικά όπως σίδερο, κάρβουνο, φωτιά, ξύλο, πέτρα κ.ά. αναδεικνύοντας μέσα από τις επίτοιχες κατασκευές και εγκαταστάσεις του την πρωτογενή ποιητική φύση των πραγμάτων και το πολιτικό-πολιτισμικό τους βάθος.
Aφησε οριστικά την Ελλάδα πίσω, όχι μόνο εξαιτίας των δυσκολιών εργασίας αλλά και εξαιτίας όσων τραυματικών εμπειριών έζησε. Μιλώντας στην Athens Voice πέρυσι το καλοκαίρι λίγο πριν από την έκθεσή του στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης έλεγε :«Γεννήθηκα εδώ. Είμαι και Ιταλός... Αγαπώ και τη Γερμανία και την Αγγλία και τη Γαλλία. Σε αυτή την Ευρώπη έζησα τα τελευταία 50 χρόνια. Η Ελλάδα έχει κάτι το ξεχωριστό: εδώ γεννήθηκα, έμαθα τη γλώσσα, είδα όταν ήμουν μικρός τον Παρθενώνα και τον θαύμασα. Είδα κι άλλα πράγματα. Δύσκολο να ξεχάσω τον Εμφύλιο Πόλεμο. Είναι ένα μεγάλο τραύμα. Είναι και παρακμή. Τρομακτικός.... Δεν ξέρουμε αν έχει περάσει αυτή η περιόδος. Δεν ξέρουμε καν αν πέρασε η μεταπολεμική εποχή. Ζούμε μια καταστροφή ευρωπαϊκή. Είναι μια στιγμή κριτική αυτή που ζει η Ευρώπη. Εχει τα μέσα να την ξεπεράσει, αυτό νομίζω εγώ. Εχει τον πολιτισμό».
Από την πρώτη έκθεση στη Ρώμη το 1960 μέχρι σήμερα, η "πλεύση" του Κουνέλλη είναι συνεχής, επισκέπτεται με μια αδιάκοπη διαδοχή τα μικρά αγκυροβόλια και τα μεγάλα "λιμάνια" της τέχνης των πιο σημαντικών πόλεων στην Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο: από τη Ρώμη στο Βερολίνο, από τη Νάπολη στο Παρίσι, από τη Γένοβα στο Ρότερνταμ, από την Κολωνία στη Νέα Υόρκη, από το Μόναχο στο Λονδίνο, από το Σικάγο στη Ναγκόγια, από το Μόντρεαλ στη Βαρκελώνη, από το Λος Άντζελες στην Πράγα, από τη Μόσχα στην Αθήνα.