Ανέκδοτα… 2.500 ετών

Κι όμως, οι Αρχαίοι Έλληνες δεν είχαν αποκλειστική ενασχόληση τη φιλοσοφία, τις τέχνες, τον πόλεμο ή τη λατρεία των θεών τους. Εκτός από τις σοβαρές αυτές ασχολίες, οι αρχαίοι είχαν τα δικά τους ανέκδοτα με πρωταγωνιστές διάσημα πρόσωπα της εποχής όπως ο Σωκράτης, ο Διογένης, ο Θαλής, ο Μέγας Αλέξανδρος κι άλλοι πολλοί…

Ο διάσημος για την κυνικότητά του φιλόσοφος ∆ιογένης ήταν ιδιαίτερα καυστικός. Κάποτε, βλέποντας κάποιον να δείχνει ερωτευµένος µε µια πλούσια γριά, είπε: «Σ’ αυτήν δεν κάρφωσε τα µάτια του, αλλά τα δόντια του». Σε μια άλλη περίσταση, ζητούσε ελεηµοσύνη από ένα άγαλµα κι όταν τον ρώτησαν γιατί κάνει κάτι τέτοιο, εκείνος απάντησε «εξασκούµαι στο να µην απογοητεύοµαι από την αναισθησία των ανθρώπων».

Σε ένα τρίτο περιστατικό, ο Διογένης ζήτησε από κάποιον βοήθεια με τον ακόλουθο τρόπο: «Αν έδωσες σε άλλον, δώσε και σε µένα. Αν δεν έδωσες σε κανέναν, τότε άρχισε από µένα». Μέχρι τις μέρες μας έχει φτάσει και το περιστατικό με τον Διογένη και τον φαλακρό άνδρα που άρχισε να τον βρίζει. Ο ∆ιογένης τότε του απάντησε: «∆εν σου ανταποδίδω τις βρισιές,αλλά θα ήθελα να πω ένα “µπράβο” στις τρίχες σου, γιατί απαλλάχτηκαν από ένα κακορίζικο κεφάλι».

Και ο φιλόσοφος Αρίστιππος, μαθητής του Σωκράτη, έχει αφήσει μερικά απολαυστικά και τσουχτερά ανέκδοτα. Κάποτε, ένας πατέρας ζήτησε από τον Αρίστιππο να διδάξει τον γιο του. Ο φιλόσοφος ζήτησε ως αµοιβή 500 δραχµές και ο πατέρας άρχισε τα παζάρια θεωρώντας το ποσό υπερβολικό. «Με τόσα χρήµατα θα µπορούσα να αγοράσω ένα ζώο» είπε. «Αγόρασε», του απάντησε ο Αρίστιππος. «Έτσι θα έχεις δύο».

Μια άλλη φορά, κάποιος είπε στον Αρίστιππο ότι η Λαΐδα, η γνωστή εταίρα, δεν τον αγαπά αλλά προσποιείται. Τότε εκείνος του αποκρίθηκε: «Ούτε το κρασί ή το ψάρι µε αγαπούν, εγώ όµως τα απολαµβάνω».

Φυσικά, δεν θα έμενε έξω από το χoρό και ο Σωκράτης. Κάποτε, κάποιος τον κλώτσησε και ο σπουδαίος φιλόσοδφος δεν αντέδρασε. Οι σύντροφοί του ταράχτηκαν και τον ρώτησαν πώς ανέχεται, άπραγος, µια τέτοια συµπεριφορά κι εκείνος τους απάντησε: «Αν µε κλωτσούσε γάιδαρος µήπως θα έπρεπε να του ανταποδώσω την κλωτσιά;». Κάποτε, ο δάσκαλος ρωτήθηκε αν είναι καλό να παντρεύεται κανείς ή όχι απάντησε «ό,τι απότα δυο κι αν κάνει κάποιος, θα µετανιώσει».

και ακόμα…

Κάποιος ταξιδιώτης ρώτησε έναν µάντη πώς είναι η οικογένειά του. Ο µάντης απάντησε «όλοι καλά, το ίδιο κι ο πατέρας σου». Ο ταξιδιώτης επισήµανε πως ο πατέρας του έχει πεθάνει εδώ και χρόνια. Και ο µάντης του είπε: «Μιλάµε για τον πραγµατικό σου πατέρα…».

Όταν ένας µισογύνης έβαλε πάνω σε µια ασπίδα τη νεκρή αλλά γλωσσού και καβγατζού, όσο ζούσε, σύζυγό του για να την πάει στο νεκροταφείο, οι φίλοι του αναρωτήθηκαν για την επιλογή της ασπίδας. Κι εκείνος απεφάνθη: «Της άρεσαν οι µάχες». 
 
Ρώτησε κάποιος έναν ανόητο δάσκαλο: «Πώς λεγόταν η µητέρα του Πριάµου;». Ο δάσκαλος βρέθηκε σε δυσκολία, αλλά έδωσε την απάντηση: «Εµείς πάντως, για να την τιµήσουµε, την λέµε κυρία». 
 
 Τα αστειάκια της αρχαίας εποχής καταγράφονται στο βιβλίο του συγγραφέα έργων κυρίως Φιλοσοφίας και Κοινωνιολογίας Σωκράτη Γκίκα «Ανέκδοτα των Αρχαίων Ελλήνων». Τα ανέκδοτα αντλήθηκαν από τα κείµενα του Πλουτάρχου, τις βιογραφίες του ∆ιογένη του Λαέρτιου, τις κωµωδίες του Αριστοφάνη, το Ανθολόγιο του Στοβαίου και τα αστεία του Ιεροκλή.