Ψάρι και πατάτες: Γιατί οι Βρετανοί τρώνε μετά μανίας αυτό το άνοστο πιάτο [εικόνες]

Οικονομικό και πρακτικό αυτό το πιάτο-φετίχ των Αγγλων (από τον 19ο αιώνα) επιστρέφει δυναμικά στη Μεγάλη Βρετανία όπου καταναλώνεται σήμερα περισσότερο από ποτέ.

Το φιλέτο άσπρου ψαριού γλιστράει απαλά στο αλεύρι και στη συνέχεια βυθίζεται σε ένα κουρκούτι. Ξαναβυθίζεται σε ένα τηγάνι με καυτό λάδι, για λίγα μόνο δευτερόλεπτα ώσπου να αποκτήσει ένα χρυσό χρώμα. Τοποθετείται στη συνέχεια σε ένα λοφάκι από πατάτες που καίνε απελπιστικά, στολίζεται με μια φέτα λεμόνι, λίγο μαϊντανό και έτοιμο: το τέλειο fish and chips συνοδεύεται από μια σάλτσα μπιζελιού και το όνειρο αρχίζει.

Βρωμερό, λιπαρό αλλά αρέσει«Το fish and chips είναι η ραχοκοκαλιά της Αγγλίας, κάτι σαν τους Μπητλς και την βασιλική οικογένεια» εξηγεί στην Liberation η Nikki Hawkins, εκπρόσωπος τύπου των Εθνικών Βραβείων Fish and Chip που διανέμει κάθε χρόνο τις πρωτιές στο τηγανητό ψάρι.
Η συνταγή και τα υλικά αυτού του πιάτου-φετίχ δεν έχουν αλλάξει από τα μέσα του 19ου αιώνα. Ωστόσο από τα μέσα του '70 απειλήθηκε από τα ξενόφερτα κεμπάπ, κινέζικα, τούρκικα που κατέκλυσαν την Αγγλία ενώ έγινε έμβλημα μια κουζίνας που είναι λιπαρή και βρωμάει ελαφρά άρα είναι αηδιαστική. Από τα 35.000 μαγαζιά που πωλούσαν fish and chips το '60 σήμερα έχουν μείνει μόνο 11.500.

Bασιλιάδες σε εκστρατεία
Εδώ και πέντε χρόνια το πιάτο ζει τη δική του αναγέννηση. Ακόμη και ο πρίγκηπας Charles πήρε μέρος σε μια εκστρατεία για να διασωθεί το πραγματικό fish and chips. Εξομολογήθηκε ότι στην παιδική του ηλικία πήδηξε από τον τοίχο του οικοτροφείου στη Σκωτία για να πάει σε ένα μικρό εστιατόριο να το γευτεί.
Σήμερα όλα τα καταστήματα ορκίζονται ότι σερβίρουν ψάρι που σέβεται τον εαυτό του και τους κανόνες αλιείας. Το fish and chips επιστρέφει δυναμικά ακόμη και στα σικάτα εστιατόρια του Λονδίνου από τα χέρια επώνυμων σεφ. Δίνεται έμφαση στην καθαρότητα και απλότητα του πιάτου, τη φρεσκάδα και τα δευτερόλεπτα που απαιτούνται για να ψηθεί. Η εκστρατεία έφερε αποτέλεσμα αφού η ζήτηση αυξήθηκε από το 2008 και η τιμή του (4,80 ή 6 ευρώ) είναι ένα ατού σε καιρό κρίσης.